Project

General

Profile

Actions

Database » History » Revision 12

« Previous | Revision 12/16 (diff) | Next »
Panayotis Katsaloulis, 10/02/2014 14:35


Σύνδεση με τη βάση δεδομένων μέσω του αντικειμένου Database

Η σύνδεση με τη βάση δεδομένων από την έκδοση του Open eClass 3 και μετά γίνεται με τη χρήση του αντικειμένου Database που ορίζεται στο modules/db/database.php. Στη κανονική χρήση των βιβλιοθηκών το αντικείμενο αυτό παρέχεται στο χρήστη μέσω της init.php, οπότε δε χρειάζεται κάποιο require ή include για να χρησιμοποιηθεί, απλά να χρησιμοποιηθούν οι μέθοδοί του.

Η πρόσβαση στο αντικείμενο αυτό γίνεται κυρίως με τη static μέθοδο get(). Αν και είναι δυνατή η κατασκευή ενός τέτοιου αντικειμένου, δεν είναι προτιμόμενη μέθοδος, γιατί μέσω της get() υπάρχουν ορισμένες βελτιστοποιήσεις κατά τη σύνδεση με τη βάση. Σε περίπτωση που θέλουμε να συνδεθούμε στη προκαθορισμένη βάση δεδομένων του eClass τότε η πρόσβαση γίνεται ως εξής:

  Database::get();

Αν υπάρχει ανάγκη σύνδεσης σε κάποια άλλη βάση, τότε δίνουμε στη μέθοδο get() μία παράμετρο. Παράδειγμα, για να συνδεθούμε στη βάση TM001 τότε η σωστή σύνταξη είναι η εξής:

  Database::get("TM001");

Οι μέθοδοι που υποστηρίζονται είναι οι εξής:

// Transactional Methods
Database::get()->query($statement);
Database::get()->querySingle($statement);
Database::get()->queryArray($statement);
Database::get()->queryFunc($statement, $callback_function);

// Non-Transactional Methods
Database::get()->queryNT($statement);
Database::get()->querySingleNT($statement);
Database::get()->queryArrayNT($statement);
Database::get()->queryFuncNT($statement, $callback_function);

Υπάρχουν δύο οικογένειες μεθόδων, οι transactional και η non-transactional. Η πρώτη κατηγορία είναι η προτιμώμενη μέθοδος οποτεδήποτε γίνεται ένα επερώτημα. Στην περίπτωση που βρισκόμαστε όμως εν μέσω ενός επερωτήματος και επιθυμούμε να εκτελέσουμε ένα «εσωτερικό» χωρίς ακόμα να έχει τελειώσει το «εξωτερικό» επερώτημα, τότε υποχρεωτικά το εσωτερικό επερώτημα πρέπει να μην είναι transactional γιατί αυτό δεν υποστηρίζεται από τη βάση δεδομένων. Τέτοια περίπτωση είναι πρακτικά κάθε φορά που στην $callback_function της μεθόδου queryFunc θέλουμε να εκτελέσουμε ένα επερώτημα. Τότε όλα ανεξαιρέτως τα επερωτήματα μέσα στη $callback_function πρέπει να είναι non-transactional, εφόσον η ίδια η πρώτη κλήση στη queryFunc πρέπει να είναι transactional.

Η αντιστοιχία των μεθόδων είναι ως εξής:
transactional non-transactional
query queryNT
querySingle querySingleNT
queryArray queryArrayNT
queryFunc queryFuncNT

Σε κάθε μία μέθοδο, η πρώτη παράμετρος είναι το επερώτημα SQL που μας ενδιαφέρει να εκτελέσουμε, ακολουθούμενο από μία λίστα με παραμέτρους που θα γίνει εισαγωγή στο επερώτημα. Είναι λάθος πρακτική σε περίπτωση που θέλουμε να εισάγουμε κάποια παράμετρο στο επερώτημα να τη δώσουμε λεκτικά στο επερώτημα αυτό καθ'εαυτό, από το να το δώσουμε σαν επιπρόσθετη παράμετρο. Για να σημειώσουμε στο ίδιο το επερώτημα σε ποιο σημείο είναι η κάθε παράμετρος, χρησιμοποιούμε το σύμβολο «?» ακολουθούμενο από ένα γράμμα που δηλώνει τον τύπο της παραμέτρου. Σε περίπτωση που ως μία παράμετρο δωθεί πίνακας, τότε ο πίνακας θα αναλυθεί στα επιμέρους στοιχεία του με τη σειρά με την οποία εμφανίζονται, ώστε το τελικό αποτέλεσμα των παραμέτρων τελικά να είναι ένας μονοδιάστατος πίνακας, ανεξάρτητα από την επιμέρους δομή των αρχικών παραμέτρων.

Στον επόμενο πίνακα φαίνονται οι αντιστοιχίες τύπων και χαρακτήρων. Η αντιστοιχία είναι όμοια με αυτή της printf της stdio της C, ή του java.util.Formatter της Java, μόνο που αντί για % χρησιμοποιείται ο ?:
Χαρακτήρας Τύπος παραμέτρου
?d ακέραιος αριθμός
?b δυαδικός (true/false)
?f δεκαδικός αριθμός
?s συμβολοσειρά
?t ώρα/ημερομηνία

Για παράδειγμα, αν θέλουμε να εκτελέσουμε το επόμενο επερώτημα SQL

DELETE FROM course_review WHERE course_id = 1;
o σωστός τρόπος να συντάξουμε τις παραμέτρους είναι ο εξής:
Database::get()->query("DELETE FROM course_review WHERE course_id = ?d", 1);

Δεν είναι απαραίτητο να εσωκλείεται η παράμετρος σε μία βοηθητική συνάρτηση που να ορίζει ρητά τον τύπο της, σαν τις int_val κλπ. αφού η διαδικασία αυτή εκτελείται αυτόματα από τη βιβλιοθήκη. Σε περίπτωση που δε δωθεί ρητά ο τύπος, αυτό θα εγείρει μήνυμα λάθους που θα σημειώνεται το επερώτημα, σε ποιο σημείο δεν δηλώθηκε ρητά ο τύπος της παραμέτρου, ποια είναι η τρέχουσα τιμή και τι υπέθεσε το σύστημα πως είναι η τιμή αυτή.

Πριν τη λίστα με τις παραμέτρους που θα εισαγχθούν στο επερώτημα, είναι δυνατόν να παρέχουμε ως παράμετρο μια συνάρτηση επανάκλησης (callback function) ώστε να ενημερωθούμε αν κάτι δε πάει καλά. Υποχρεωτικά αυτή η συνάρτηση θα πρέπει να είναι δεύτερη παράμετρος (ή ειδικά για την queryFunc να είναι τρίτη παράμετρος), αλλιώς θα αγνοηθεί από το σύστημα. Αν η δεύτερη (ή αντίστοιχα τρίτη) παράμετρος δεν είναι συνάρτηση, τότε η δυνατότητα επανάκλησης δε θα ενεργοποιηθεί καθόλου. Ένα παράδειγμα της χρήσης αυτής της μεδόδου δίνεται στη μέθοδο query($statement) και queryFunc($statement, $callback_function)

Μέθοδος query($statement);

Με τη μέθοδο αυτή εκτελούμε ένα απλό επερώτημα. Η επιστρεφόμενη τιμή αυτής της συνάρτησης είναι ένα αντικείμενο τύπου DBResult. Παράδειγμα χρήσης:

$cid = 1;
$affectedRows = Database::get()->query("DELETE FROM course_review WHERE course_id = ?d", $cid)->affectedRows;

Το αντικείμενο DBResult έχει δύο ιδιότητες, την $lastInsertID και την $affectedRows. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις τιμές δεδομένου του συγκεκριμένου επερωτήματος.

Σε περίπτωση που μας ενδιεφέρει να ενημερωθούμε αν κάτι δεν έχει πάει καλά, αυτό γίνεται με τη συνάρτηση επανάκλησης, για παράδειγμα ως εξής:

$cid = 1;
Database::get()->query("DELETE FROM course_review WHERE course_id = ?d", function ($errormsg) {
        echo "An error has occured: " . $errormsg;
    },  $cid);

Μέθοδος querySingle($statement);

Με τη μέθοδο αυτή εκτελούμε ένα επερώτημα από το οποίο περιμένουμε να λάβουμε ως αποτέλεσμα ένα μοναδικό στοιχείο, ή με άλλα λόγια μία και μόνο μία γραμμή. Ο αριθμός των στηλών του αποτελέσματος δεν έχει σημασία. Η σύνταξη είναι ίδια με αυτή της μεθόδου query($statement);

Ως αποτέλεσμα λαμβάνουμε ένα αντικείμενο όπου κάθε ιδότητά του (property) έχει τιμή ίδια με το όνομα της στήλης σε περιβάλλον SQL. Για το λόγο αυτό είναι προτιμότερο κάθε στήλη να έχει ένα μοναδικό όνομα, ώστε να είναι μετά άμεση η προσπέλαση σε αυτό. Αν δεν υπάρχουν αποτελέσματα επιστρέφεται το null, οπότε είναι θεμιτό να γίνεται έλεγχος για null σε περίπτωση που ξέρουμε πως μπορεί να μην υπάρχουν αποτελέσματα. Για παράδειγμα

$stat_object = Database::get()->querySingle("SELECT status FROM course_user WHERE user_id = ?d AND course_id = ?d", $uid, $course_id);
if ($stat_object) {
  $status = $stat_object->status;
}

Ένα άλλο παράδειγμα:
$openCoursesNum = Database::get()->querySingle("SELECT COUNT(id) as count FROM course_review WHERE is_certified = 1")->count;

Μέθοδος queryArray($statement);

Αυτή η μέθοδος εκτελείται όταν περιμένουμε από το επερώτημα να επιστρέψει περισσότερο από ένα στοιχείο (ή γραμμή) και θέλουμε να πάρουμε αμέσως όλα τα αντικείμενα σε έναν πίνακα. Η μέθοδος αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση που περιμένουμε τα αποτελέσματα να είναι λίγα στον αριθμό. Σε περίπτωση που είναι αρκετά, είναι προτιμότερη η χρήση της μεθόδου queryFunc.

Η σύνταξη της μεθόδου είναι αντίστοιχη ομοίως της query($statement);

Η επιστρεφόμενη τιμή είναι ένας πίνακας με αντικείμενα, όπου τα αντικείμενα είναι αντίστοιχα με της μεθόδου querySingle($statement);

Παράδειγμα χρήσης της μεθόδου

$moduleIDs = Database::get()->queryArray("SELECT module_id FROM course_module WHERE visible = 1 AND course_id = ?d", $course_id);
foreach ($moduleIDs as $module) {
  $publicModules[] = $module->module_id;
}

Μέθοδος queryFunc($statement, $callback_function);

Η μέθοδος αυτή αναφέρεται σε επερωτήματα που μπορεί να έχουν πολλά αποτελέσματα, αλλά σε αντίθεση με την queryArray λαμβάνουμε ένα αποτέλεσμα τη φορά. Αυτή η συνάρτηση είναι ιδανική όταν τα αποτελέσματα που αναμένουμε είναι αρκετά, αλλά είναι εξίσου χρήσιμη σε περίπτωση που περιμένουμε λίγα, ένα ή και καθόλου αποτελέσματα.

Ως δεύτερη παράμετρο δίνουμε μία function με μία και μοναδική παράμετρο, όπου θα αποθηκευτεί το τρέχον αποτέλεσμα της εκτέλεσης του επερωτήματος για κάθε γραμμή (σε σύνταξη SQL). Η σύνταξη της παραμέτρου αυτής είναι ίδια με τη σύνταξη της συνάρτησης επανάκλησης σε περίπτωση λάθους, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως.

Επειδή η ορατότητα των εξωτερικών μεταβλητών μέσα στη συνάρτηση είναι περιορισμένη, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το λεκτικό use($param1, &$param2 ...), ώστε να ενημερώσουμε την PHP πως ενδιαφερόμαστε να χρησιμοποιήσουμε τις μεταβλητές $param1 και $param2 εσωτερικά στη συνάρτησή μας. Ειδικά για τη παράμετρο $param2, με τη χρήση του συμβόλου & υποδηλώνουμε πως η γίνεται «καθ'αναφορά» η δήλωση της μεταβλητής, δηλαδή οποιαδήποτε αλλαγή που θα γίνει εσωτερικά, θα αλλάζει συνολικά την τιμή της μεταβλητής αυτής.

Ένα απλό παράδειγμα της μεθόδου αυτής είναι το εξής:

DataBase::get()->queryFunc("SELECT title  FROM course_units WHERE course_id = ?d", function($unit) {
    echo "title: " . $unit->title;
  }, intval($courseId));

Ένα πλήρες παράδειγμα και με συνάρτησης επανάκλησης σε περίπτωση λάθους:

$counter = 0;
Database::get()->queryFunc("SELECT course.id as cid, course.code as code, FROM course WHERE course.id = ?d" , function ($course_info) use ($outer_variable, &$counter, &$title) {
    $counter++;
    echo "For item #" . $counter . " with outer variable " . $outer_variable . " the course id is . " $course_info->id . " while the course code is " . $course_info->code;
  } , function ($errormsg) use($urlServer) {
    echo "Error " . $errormsg . " while connected on " . $urlServer;
    exit();
  } , $dbname);

Να υπενθυμίσουμε πως αν θέλουμε να εκτελέσουμε ένα άλλο επερώτημα μέσα στη callback_function, τότε τα επερωτήματα μέσα θα πρέπει να είναι non-transactional.

Updated by Panayotis Katsaloulis about 10 years ago · 12 revisions